Το δηλητήριο που επί ένα μήνα έχυναν οι ηθικοί αυτουργοί αποδίδει τους μαύρους του καρπούς. Με μία μοτοσυκλέτα υψηλού κυβισμού οι άνανδροι δολοφόνοι ανεβαίνουν την Λ. Ηρακλείου και σταθμεύουν έξω από τα γραφεία. Ένας εξ αυτών κατεβαίνει από την μηχανή και κρατώντας όπλο κινείται προς την είσοδο, πυροβολώντας. Τα δύο αδέρφια μας, ο Γιώργος Φουντούλης και ο Μανώλης Καπελώνης, περνάνε στην Αιωνιότητα, καθίστονται Αθάνατοι και Άφθαρτοι, εγχαράσσονται στις Μνήμες όλων των Ελλήνων που μάχονται για Πατρίδα, Λαό και Ελευθερία. Μαζί με αυτούς ο Συναγωνιστής Αλέξανδρος Γέροντας δέχεται τις σφαίρες του άνανδρου αριστερού δολοφόνου, αλλά νικά τον Θάνατο, ενώ ένας τέταρτος Συναγωνιστής για ώρες μετά δεν μπορούσε να πιστέψει πως είχε αποφύγει τις σφαίρες.
Ο Γιώργος Φουντούλης και ο Μανώλης Καπελώνης, βρίσκονται πλέον εκεί όπου «δεν έχει ούτε χειμώνα εκεί, μήτε βροχή και χιόνι, μόνε τ’ αγέρι το γλυκό του Ζέφυρου ανεβάζει παντοτινά ο Ωκεανός και τους θνητούς δροσίζει». Βρίσκονται για πάντα στις καρδιές μας και την θύμησή μας, αποτελώντας ταυτοχρόνως πυξίδα που κατευθύνει τον Αγώνα μας για μια Ελεύθερη Ελλάδα που επιτέλους θα ανήκει στους Έλληνες και φάρος που σε καιρούς σκοτεινούς φωτίζει την Ελλάδα.
Τα αδέρφια μας, ο Γιώργος και ο Μάνος, θα ζούνε πάντα μέσα στα όνειρα μας για Εθνική Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία και Κοινωνική Δικαιοσύνη. Θα είναι δίπλα μας στις πορείες, στις συγκεντρώσεις, μαζί μας στα γραφεία, στις πλατείες, τους δρόμους, τις πόλεις και τα χωριά μέχρι την Τελική Νίκη!
«Υπερήφανος είναι, όχι εγωιστής. Δι’ αυτό σπαταλά τον εαυτόν του. Η ευτυχία του είναι να δαπανά, ακριβέστερον ακόμη: να δαπανάται. Ανεξάντλητος όπως είναι, δεν ξέρει αριθμητικήν. Είναι τόσον πλούσιος, ώστε θ’ αναπληρώση εύκολα (το ξέρει) κάθε ζημίαν· προς τι λοιπόν να την υπολογίζη; Υπολογίζει ο πτωχός· ο πλούσιος κλείνει τα μάτια, απλώνει το χέρι, και σκορπά … Όσα και να σκορπήση, πάντοτ’ εκ του περισσεύματος θα είναι.
Βαδίζει προς τον θάνατον όχι διά ν’ αναπαυθή, όχι διότι εβαρέθηκε την ζωήν, όχι διότι εδειλίασεν ενώπιον αυτής, όχι από μαρασμόν και εξάντλησιν των δυνάμεών του. Ο ηρωικός άνθρωπος δεν υφίσταται τον θάνατον. Δι’ αυτόν και ο θάνατος ακόμη δεν είναι πάσχειν, είναι πράττειν. Είναι η τελευταία πράξις, με την οποίαν επισφραγίζει όλας του τας άλλας πράξεις. Τούς δίδει αυτή το νόημα· διότι και η Ζωή όλη είναι μία διαρκής αρχή, και η αρχή το νόημά της αντλεί από το τέλος, του οποίου είν’ η αρχή. Και είναι το τέλος ο θάνατος, αλλά και η τελείωσις.
Αλλ’ εκούσιος ή ακούσιος ο θάνατος του ήρωος, είναι πάντοτε μία έκρηξις ηφαιστείου. Να έτσι εξαφνικά σπα το δοχείον της ζωής του, συντρίβεται και συντρίβει όλα γύρω του, φλέγεται και φλέγει, φωτίζεται και φωτίζει – και τρομάζουν οι δειλοί και ταπεινοί και φθονεροί. Οργή Κυρίου…»
Κώστας Αλεξανδράκης